Κατακερματισμός DNA και γονιμότητα
Mε το 40-70% των περιπτώσεων υπογονιμότητας να οφείλεται στον ανδρικό παράγοντα, εξ ολοκλήρου ή σε συνδυασμό με τον γυναικείο παράγοντα, το ποσοστό βλάβης του DNA του μοναδικού σπερματοζωαρίου που θα γονιμοποιήσει το ωάριο είναι καθοριστικής σημασίας.
Ο κατακερματισμός του DNA (DFI) συσχετίζεται ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια με τη γονιμοποιητική ικανότητα του άνδρα. Επιπλέον, μελέτες επιβεβαιώνουν τον αυξημένο κίνδυνο αυτόματων αποβολών σε περιπτώσεις υψηλής κατάτμησης του DNA. Το υψηλό DFI επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των εμβρύων, ήδη από την δεύτερη μέρα της εμβρυικής ανάπτυξης, όπως παρατηρείται στο εργαστήριο εξωσωματικής γονιμοποίησης, με αποτέλεσμα χαμηλότερα ποσοστά σχηματισμού βλαστοκύστεων, εμφύτευσης και κλινικής εγκυμοσύνης.
Αιτίες
Έχει βρεθεί ότι, υψηλά ποσοστά κατακερματισμού του DNA των σπερματοζωαρίων εντοπίζονται συχνότερα σε άνδρες με κιρσοκήλη.
Παράγοντας που οδηγεί σε αυξημένη κατάτμηση του DNA του σπέρματος θεωρείται επίσης το οξειδωτικό στρες που υφίσταται το σπέρμα κατά τη μεταφορά του μέσω της επιδιδυμίδας.
Η έκθεση σε ακτινοβολία, το κάπνισμα, η χημειοθεραπεία, η κιρσοκήλη, η λευκοκυτοσπερμία, η παχυσαρκία και η προχωρημένη ηλικία πατρότητας αποτελούν επίσης παράγοντες που συμβάλλουν στον κατακερματισμό του DNA των σπερματοζωαρίων.
Τεχνικές “διάγνωσης”
Για αυτό και μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις σήμερα είναι να εντοπιστούν τα “προβληματικά” σπερματοζωάρια και να επιλεγούν τα ποιοτικότερα από αυτά.
Προηγμένες τεχνικές, όπως η εξέταση διασποράς χρωματίνης σπέρματος (SCD), η μέθοδος TUNEL και η δοκιμασία SCSA μας βοηθούν σήμερα να εκτιμήσουμε το ποσοστό του κατακερματισμού των σπερματοζωαρίων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως και στην αζωοσπερμία, αποτελεί διαδικασία επιλογής η χρήση σπερματοζωαρίων από τους όρχεις, που λαμβάνονται είτε με αναρρόφηση (TESA), είτε με βιοψία όρχεος (TESE).
Η εκτίμηση της ποιότητας των σπερματοζωαρίων, ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες όπου υπάρχει μικρό απόθεμα σπερματοζωαρίων (π.χ. λόγω αζωοσπερμίας) επιτρέπει την επιλογή των κατάλληλων ανά περίπτωση θεραπευτικών παρεμβάσεων, με στόχο το βέλτιστο αποτέλεσμα.
Μέτρα περιορισμού της υψηλής κατάτμησης του DNA αποτελούν η διόρθωση της κιρσοκήλης, η λήψη αντιοξειδωτικών από το στόμα, η αποχή από την εκσπερμάτιση και οι διάφορες τεχνικές επιλογής του σπέρματος που χρησιμοποιούμε στο εργαστήριο.