Μικρογονιμοποίηση -ICSI (Update 2025)
Μικρογονιμοποίηση -ICSI (Update 2025)
Η μεγαλύτερη επανάσταση στην ανδρική υπογονιμότητα.
Από την αρχή της εφαρμογής της εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) έγινε εμφανές ότι τα ζευγάρια με υπογονιμότητα που οφείλεται στον ανδρικό παράγοντα ( πολύ πριν αναπτυχθεί η Μικρογονιμοποίηση-ICSI) δεν μπορούσαν να βοηθηθούν από τις τότε υπάρχουσες τεχνικές, λόγω του χαμηλού αριθμού σπερματοζωαρίων, της μειωμένης κινητικότητας και της φτωχής μορφολογίας , που δεν έκαναν δυνατή τη γονιμοποίηση σε μια προσπάθεια IVF.
Με την μέθοδο της κλασικής IVF, για την επίτευξη γονιμοποίησης είναι απαραίτητο να υπάρχουν τουλάχιστον 5.000.000 σπερματοζωάρια συνολικά, με καλή κινητικότητα και μορφολογία. Οι άνδρες με παραμέτρους σπέρματος οι οποίες ήταν χαμηλότερες από τις προαναφερόμενες, είχαν χαμηλές πιθανότητες για γονιμοποίηση.
Το 1992 ανακοινώθηκαν οι πρώτες εγκυμοσύνες έπειτα από μικρογονιμοποίηση-ICSI με σπέρμα που είχε πολύ φτωχά χαρακτηριστικά. Ο μικρός αριθμός και η χαμηλή ή ανύπαρκτη κινητικότητα των σπερματοζωαρίων δεν αποτελεί πρόβλημα στην Μικρογονιμοποίηση-ICSI, μια και η γονιμοποίηση δεν εξαρτάται από την ικανότητα των σπερματοζωαρίων να εισχωρήσουν στο ωάριο. Με την ICSI, επιλέγουμε ένα σπερματοζωάριο και με ειδική τεχνική το εγχύουμε απευθείας στο κυτταρόπλασμα του ωαρίου.
Με την μέθοδο Μικρογονιμοποίηση-ICSI τα ποσοστά γονιμοποίησης είναι πολύ υψηλά. Ως αποτέλεσμα η ICSI χρησιμοποιείται παγκοσμίως με μεγάλη επιτυχία για να αντιμετωπίσει την σοβαρή ολιγο-ασθενο-τερατοζωοσπερμία. Επίσης μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία και η πλήρης απουσία σπερματοζωαρίων στο σπερματικό υγρό.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα σπερματοζωάρια λαμβάνονται με βιοψία από τον όρχι ή την επιδιδυμίδα (TESE ή PESA). Τα ποσοστά επιτυχίας, όταν στην εξωσωματική χρησιμοποιούνται σπερματοζωάρια από το όρχι ή την επιδιδυμίδα είναι ελαφρά χαμηλότερα σε σύγκριση με σπερματοζωάρια από εκσπερμάτιση.
Κύριες ενδείξεις για μικρογονιμοποίηση-ICSI
1. Προβλήματα στην ποιότητα σπέρματος. Ολιγοσπερμία (αριθμός μικρότερος των < 15 x 106/ml). Ασθενοσπερμία (κινητικότητα μικρότερη του 32% αρίστη και μέτρια). Τερατοζωοσπερμία (φυσιολογικές μορφές λιγότερες από 4%) ή και συνδυασμός όλων αυτών των προβλημάτων. Αντισπερμικά αντισώματα. Αποτυχία γονιμοποίησης έπειτα από εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF).
2. Δυσλειτουργίες εκσπερμάτωσης. Σπέρμα από την επιδιδυμίδα. Συγγενής απλασία του σπερματικού πόρου. Αποτυχημένη αναστόμωση σπερματικού πόρου – επιδιδυμίδας. Αποτυχημένη επαναστόμωση του σπερματικού πόρου. Απόφραξη των εκσπερματικών πόρων.
3. Αζωοσπερμία. Σπερματοζωάρια από τον όρχι. Αποτυχία λήψης σπερματοζωαρίων από την επιδιδυμίδα. Αζωοσπερμία λόγω αναστολής ωρίμανσης σπερματοζωαρίων. Νεκροσπερμία.
Μια και μόνο βιοψία μπορεί να δώσει αρκετά σπερματοζωάρια για κρυοσυντήρηση, ώστε για μελλοντικές προσπάθειες μικρογονιμοποίησης να αποφευχθούν επαναλαμβανόμενες επεμβάσεις, έτσι είναι σημαντικό το εργαστήριο να καταψύξει τα σπερματοζωάρια σε πολλαπλά σωληνάρια, ώστε να υπάρχουν και για επόμενες προσπάθειες χωρίς ανάγκη για επιπλέον βιοψία.
Ακόμη και σε περιπτώσεις που υπάρχουν μόνο ακίνητα σπερματοζωάρια για τη μικρογονιμοποίηση. Πρόσφατα έχουν ανακοινωθεί μέθοδοι για τη συντήρηση πολύ λίγων, ακόμη και μεμονωμένων σπερματοζωαρίων.
Σήμερα, η μέθοδος ICSI εφαρμόζεται σε περίπου 50%-70% των ζευγαριώv
Μεγάλη επιτυχία της ICSI με τις σωστές εξετάσεις και προετοιμασία
Ερωτήματα δημιουργούνται από κυτταρογενετικές μελέτες που δείχνουν υψηλά ποσοστά χρωμοσωματικών ανωμαλιών σε υπογόνιμους άνδρες. Όσο ελαττώνονται οι δείκτες της ποιότητας του σπέρματος τόσο αυξάνεται η πιθανότητα χρωμοσωματικής ανωμαλίας. Μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι το ποσοστό χρωμοσωματικών ανωμαλιών σε άνδρες με κανονικές παραμέτρους σπέρματος ήταν 2,2%, σε ασθενείς με ολιγοσπερμία 5,1%, με αζωοσπερμία και με μη αποφρακτική αζωοσπερμία.
Επίσης, ο καρυότυπος από κύτταρα περιφερικού αίματος δεν είναι πάντα αντιπροσωπευτικός της γενοτυπικής κατάστασης του ατόμου λόγω των περιπτώσεων μωσαϊκισμού που μένουν αδιάγνωστες (Martin 1996). Η παιδιατρική παρακολούθηση παιδιών που γεννήθηκαν από ICSI είναι πολύ ενθαρρυντική : τα ποσοστά των γενετικών ανωμαλιών των παιδιών αυτών είναι παρόμοια με των παιδιών που γεννιούνται από IVF.
Οι υποψήφιοι ασθενείς για ICSI αποτελούν μια πολύ ετερογενή ομάδα, που περιλαμβάνουν περιπτώσεις ολιγοσπερμίας που οφείλονται σε μερική απόφραξη, μέχρι περιπτώσεις χρωμοσωματικών μετατοπίσεων, που έχουν ως αποτέλεσμα εμβρυϊκές ανωμαλίες. Κάθε περίπτωση πρέπει να αντιμετωπίζεται ξεχωριστά και τα ζευγάρια πρέπει να κατανοούν τις επιπτώσεις μιας γενετικής επιβάρυνσης, το μέγεθος του πιθανού κινδύνου και τις δυνατότητες για πρόληψη. Με τα ζευγάρια συζητολυμε πάντα τις καταλληλες εξετάσεις, οπως ο καρυότυπος, το οξειδωτικό στρες, ο κατακερματισμός στο DNA των σπερματοζωαρίων κλπ.
Τι μπορούμε να κάνουμε στο εργαστήριο (και όχι μόνο) για να μεγιστοποιήσουμε τα ποσοστά εγκυμοσύνης μετά από Μικρογονιμοποίηση-ICSI;
Κατ΄αρχήν δεν περιμενουμε την ημερα της ωοληψίας για να επιτύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα. Η επιτυχία μας ξεκινά απο την συμβουλευτική του ζευγαριού και την χάραξη στρατηγικής σε συνεργασία με τους ουρολόγους – γυναικολόγους – εμβρυολόγους και οποιν άλλον ειδικό είναι απαραίτητος ώστε η γονιμότητα του ζευγαριού να είναι στα βέλτιστα επίπεδα. Η εξωσωματική είναι η τελευταία λύση για το ζευγάρι, όχι η πρώτη, συνεπως όταν γίνεται πρέπει να έχουν λυθεί όλα τα θέματα που ίσως δημιουργουν προβλημα.
Σαν κλινικοί εμβρυολόγοι σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να βελτιστοποιήσουμε την επεξεργασία των σπερματοζωαρίων στο εργαστήτιο, ώστε να αυξήσουμε τα ποσοστά εγκυμοσύνης. Εκτος απο τους προσεκτικούς και ταχείς χειρισμους, ώστε να μειωθεί η κατάτμήση του DNA στο εργαστήριο, σήμερα υπάρχουν μέθοδοι επιλογής των σπερματοζωαρίων που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια, ενισχύοντας περαιτέρω την αποτελεσματικότητα των θεραπειών γονιμότητας.
1. IMSI (ενδοκυτταροπλασματική έγχυση μορφολογικά επιλεγμένου σπερματοζωαρίου)
Η IMSI είναι μια εξέλιξη της κλασσικής ICSI, που χρησιμοποιεί προηγμένη μικροσκοπία για την επιλογή των σπερματοζωαρίων υψηλότερης ποιότητας προς έγχυση. Με την IMSI, οι εμβρυολόγοι μπορούν να μεγεθύνουν τα σπερματοζωάρια έως και 6.000 φορές, επιτρέποντας μια πιο λεπτομερή αξιολόγηση της μορφολογίας του σπερματοζωαρίου και βελτιώνοντας τις πιθανότητες επιλογής του πιο υγιούς.
Στην παραδοσιακή ICSI, ο εμβρυολόγος επιλέγει ένα σπερματοζωάριο με βάση τη βασική οπτική επιθεώρηση. Ωστόσο, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ακούσια επιλογή σπερματοζωαρίων με μη φυσιολογικό σχήμα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερα ποσοστά γονιμοποίησης και αυξημένο κίνδυνο αποβολής. Το IMSI συμβάλλει στον μετριασμό αυτών των κινδύνων, επιτρέποντας την ακριβέστερη αξιολόγηση της μορφολογίας του σπέρματος, οδηγώντας σε καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τη γονιμοποίηση και την ποιότητα του εμβρύου.
2. PICSI (Φυσιολογική ενδοκυτταροπλασματική έγχυση σπερματοζωαρίου)
Η PICSI είναι μια άλλη τεχνική επιλογής σπέρματος που έχει σχεδιαστεί για τη βελτίωση της διαδικασίας ICSI. Περιλαμβάνει τη χρήση ενός ειδικού τρυβλίου καλλιέργειας επικαλυμμένου με υαλουρονικό οξύ, μια ουσία που βρίσκεται φυσικά στη γυναικεία αναπαραγωγική οδό. Το υαλουρονικό οξύ δρα ως βιοδείκτης για την ωριμότητα και τη λειτουργικότητα του σπέρματος.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας PICSI, τα σπερματοζωάρια τοποθετούνται στο τρυβλίο καλλιέργειας και εκείνα που συνδέονται με την επικάλυψη υαλουρονικού οξέος παρουσιάζουν μεγαλύτερη ωριμότητα και καλύτερη λειτουργική ικανότητα. Αυτά τα επιλεγμένα σπερματοζωάρια χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για έγχυση, αυξάνοντας την πιθανότητα επιτυχούς γονιμοποίησης και επακόλουθης ανάπτυξης εμβρύου.
Η PICSI είναι ιδιαίτερα επωφελής για ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα ή περιπτώσεις όπου οι παραδοσιακές μέθοδοι ανάλυσης σπέρματος μπορεί να μην παρέχουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα του σπέρματος.
3. Διαχωρισμός σπέρματος με μικρορευστονικά δίκτυα, όπως το Zymot.
Το Zymot είναι μια νέα τεχνική διαχωρισμού σπέρματος που βελτιστοποιεί την επιλογή σπερματοζωαρίου για θεραπείες γονιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της ICSI. Η μέθοδος βασίζεται σε μικρορευστονικά δίκτυα και χρησιμοποιεί φυσικές βιολογικές ιδιότητες των κυττάρων για την απομόνωση του σπερματοζωαρίου υψηλής ποιότητας από ένα δείγμα.
Η συσκευή Zymot μιμείται τις φυσικές διεργασίες που συμβαίνουν στη γυναικεία αναπαραγωγική οδό, όπου επιλέγονται με φυσικό τρόπο σπερματοζωάρια με καλύτερη κινητικότητα και ακεραιότητα DNA. Αναπαράγοντας αυτές τις φυσιολογικές συνθήκες, η Zymot επιτρέπει την απομόνωση των πιο βιώσιμων σπερματοζωαρίων, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται στο ICSI. Η διαδικασία αυτή όχι μόνο βελτιώνει τα ποσοστά γονιμοποίησης αλλά και μειώνει τις πιθανές βλάβες στο σπερματοζωάριο κατά την κλασσική μέθοδο φυγοκέντρησης για την προετοιμασία του σπέρματος.
Η πτώση της ανδρικής γονιμότητας
Η μεγαλύτερη μελέτη μέχρι τώρα δείχνει ότι, με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία, υπάρχει πτώση του αριθμού των σπερματοζωαρίων, από 113 εκατ. ανά κυβικό εκατοστό το 1950, σε 66 εκατ. ανά κυβικό εκατοστό το 1990. Κατά την ίδια περίοδο τριπλασιάστηκε ο αριθμός των ανδρών με αριθμό σπερματοζωαρίων λιγότερο από 20εκατ. ανά κυβικό εκατοστό. Σε μία άλλη μελέτη γόνιμων ανδρών στο Παρίσι, παρατηρήθηκε ότι ο αριθμός σπερματοζωαρίων και σε αυτή την ομάδα μειώνεται περίπου 2% ανά έτος για τα τελευταία χρόνια.
Οι μελέτες αυτές δεν δείχνουν την πτώση μόνο της ποσότητας των σπερματοζωαρίων αλλά και της κινητικότητας τους, καθώς και την αύξηση των ανώμαλων μορφών. Αυτές οι αλλαγές είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές, μια και η ποιότητα του ανθρώπινου σπέρματος είναι ήδη πολύ φτωχή, συγκρινόμενη με άλλων θηλαστικών. Περισσότερα από τα μισά από τα ανθρώπινα σπερματοζωάρια εμφανίζουν ανώμαλες μορφές, σε σύγκριση με το λιγότερο από το 5% σε άλλα είδη, και υπάρχει παράλληλη σχέση μεταξύ τερατοζωοσπερμίας και στειρότητας. Αντίστοιχη μελέτη δείχνει ότι στις Η.Π.Α. δεν υπάρχει μείωση του αριθμού των σπερματοζωαρίων, αλλά έντονες διαφορές από τη μία γεωγραφική περιοχή στην άλλη.
Το γεγονός αυτό πιθανά υποδεικνύει υποδεικνύει ότι η κατάσταση των σπερματοζωαρίων αντανακλά τις διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες μεταξύ διαφορετικών τόπων και πληθυσμών.
H πτώση της ποιότητας του σπέρματος δεν είναι η μόνη ένδειξη των αναπαραγωγικών ανωμαλιών που εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια στον ανδρικό πληθυσμό.
Μετά το 1940, το ποσοστό του καρκίνου των όρχεων έχει αυξηθεί 2-4 φορές σε Βόρεια Αμερική και Ευρώπη. Επίσης , το ποσοστό των νεογέννητων αγοριών με συγγενείς ανωμαλίες των γεννητικών οργάνων έχει αυξηθεί.
Το πρόβλημα δεν είναι πλήρως τεκμηριωμένο. Υπάρχει γενική συναίνεση για μεγάλες προοπτικές έρευνας. Η πτώση της ποιότητας του σπέρματος δεν μπορεί να συσχετιστεί με την πτώση των γεννήσεων στις χώρες του δυτικού κόσμου, μια και στο αποτέλεσμα συμβάλει πλήρως οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων. Όταν όμως τα χαρακτηριστικά του σπέρματος κυμαίνονται σε “φυσιολογικά” επίπεδα, δεν αναμένεται να παρατηρηθεί πτώση της γονιμότητας.
Αν θέλεις να μαθαίνεις τα πάντα για την φυσική γονιμότητα και την εξωσωματική γονιμοποίηση ακολούθησέ με στο Instagram , κάνε like στη σελίδα μου στο facebook ή μπορείς να εγγραφείς στο newsletter μου με τα τελευταια νέα της εξωσωματικής!